Να σωθεί η διαφορά

Μιλούσαμε κάποτε για «πολιτικά» κόμματα. Από τη μεταπολίτευση του 1974 και μετά, τα κόμματα έχουν αρνηθεί στην πράξη τον «πολιτικό» χαρακτήρα τους. Δεν ασχολούνται ούτε ενδιαφέρονται για την πολιτική, απλώς διαχειρίζονται την εξουσία.

Η διαφορά της πολιτικής από τη διαχείριση της εξουσίας είναι μεγάλη, δραστηριότητες ή πεδία που δεν συμπίπτουν οπωσδήποτε, ίσως και να μη συμβιβάζονται. Διαφέρουν όσο το σχολείο από το φροντιστήριο, ο γάμος από τη μαστροπεία, ο επίσκοπος από τον δεσπότη.

Φαινόμενα τέτοιων παραποιήσεων και μεταλλαγών εθιστήκαμε να τα θεωρούμε σχεδόν φυσιολογικά. Συντηρείται το ρητορικό κέλυφος των αρχικών σημαινόντων, ακόμα και όταν τα σημαινόμενα έχουν διαφοροποιηθεί ριζικά. Σκεφθείτε, ονομάζουμε «Αριστερά» την εξιδανίκευση της δικτατορίας του προλεταριάτου ή τον πρόωρα γεροντοκολασμένο ΣΥΡΙΖΑ, και χαρακτηρίζουμε σαν «Δεξιά» τον μεθοδικό αφελληνισμό της παιδείας, των θεσμών, του ήθους από τους «χαλασοχώρηδες» Νεοδημοκράτες.

Δυστυχώς, για τους Νεοέλληνες μοιάζει να ισχύει οπωσδήποτε η σοφή ρήση του πάντοτε θαυμαστού T.S. Eliot: «Τhe human Kind cannot bear very much reality» (το ανθρώπινο είδος δεν μπορεί να αντέξει τόση πολλή πραγματικότητα). Και το περίεργο στο σημερινό παρακμιακό Ελλαδιστάν είναι ότι, οι θλιβεροί του ηγήτορες, όταν πρέπει να αποχαιρετήσουν κάποιον, από τους τελευταίους, μεγάλο μάστορα της ελληνικής εκφραστικής (τον Μίκη Θεοδωράκη πχ.), καμώνονται ότι καταλαβαίνουν και μετρούν την απώλεια: Χύνουν κροκοδείλια δάκρυα, οι ίδιοι που μόλις έχουν διατάξει να διδάσκονται τα ελληνόπουλα από το νηπιαγωγείο τα Αγγλικά σαν γλώσσα μητρική ή να λογαριάζουν σαν πατέρα και μάνα ζεύγος ομόφυλο.

Μέσα σε ελάχιστα χρόνια ο διεθνοποιημένος καπιταλισμός επιβάλλει, με εξουσιαστικούς όρους ολοκληρωτισμού, το δικό του παγκοσμιοποιημένο και ομοιόμορφο μοντέλο πολιτισμού. Έχει πετύχει την ολοκληρωτική υποταγή κυβερνήσεων και κοινωνιών στους νόμους της δήθεν «ελεύθερης αγοράς». Εξαναγκάζει τους πάντες, εκόντες άκοντες, σε υποτέλεια στο διεθνές χρηματοπιστωτικό σύστημα. Διαχειρίζεται και μεθοδεύει τη διεθνή πληροφόρηση, τη διεθνή, εμπορευματοποιημένη και μονοδιάστατη εκδοχή της ηδονής, αποκλείει την εμπειρία της σχέσης, τη χαρά της αυθυπέρβασης και αυτοπροσφοράς.

Κάποιοι ελάχιστοι «υποψιασμένοι» ξέρουν καλά ότι το κλειδί μιας μεταστροφής και ελπίδας δεν μπορεί να είναι συνταγή, ούτε ιδεολόγημα ούτε στράτευση σε ριζοσπαστισμούς. Ναι, θα ήταν γονιμότατη απαρχή αλλαγών στο διεθνές πεδίο, καίριων πολιτισμικών και νοοτροπίας αλλαγών, αν το Βατικανό επέστρεφε με σοφή μετάνοια στην αφετηριακή πρακτική του έγγαμου κλήρου και στην αγαπητική αποδοχή της αποτυχίας του γάμου (διαζυγίου). Η Ιστορία προχωράει με κριτήρια, όχι ισχύος, αλλά παραίτησης από την ισχύ για χάρη της αγαπητικής ελευθερίας.

Μέσα σε ελάχιστα χρόνια ο διεθνοποιημένος καπιταλισμός, στην (χειρότερη από όλες) απρόσωπη εκδοχή του, πέτυχε την ολοκληρωτική υποταγή των κυβερνήσεων και των κοινωνιών στους νόμους της δήθεν «ελεύθερης αγοράς» νόμους της ζούγκλας («το μεγάλο ψάρι τρώει το μικρό»–η αντιλόπη να σφαδάζει στα σαγόνια του λεόπαρδου). Οι εκλεγμένες κυβερνήσεις κρατών εξαναγκάζονται να σκλαβωθούν στο διεθνές χρηματοπιστωτικό σύστημα, το οποίο και αυτονόητα επιβάλλει τη διεθνή, μονοδιάστατη πληροφόρηση, τον δικό του παγκοσμιοποιημένο «πολιτισμό» με ομοιομορφία ασύλου.

Οι αφορισμοί και τα ξόρκια δεν αλλάζουν το κυρίαρχο πια και διεθνοποιημένο πολιτισμικό «παράδειγμα». Μόνο κάποιες φωτισμένες ηγεσίες θα μπορούσαν να διαγνώσουν την ανάγκη πρώτα και μετά το φάρμακο για την οργανική μετάλλαξη του «παραδείγματος». Την ανάγκη για τη ζωτική (και όχι απλώς χρηστική) αξιοποίηση των μεγάλων κατακτήσεων του ανθρώπου της Νεωτερικότητας τη βροντοφώνησαν οι αυτουργοί των κατακτήσεων, πριν από έναν περίπου αιώνα, με περισσότερη ή λιγότερη διορατικότητα. Φάνηκε ότι ένας αιώνας είναι χρόνος λιγοστός για μια τέτοια αξιοποίηση, και μάλιστα όταν στις μάζες πρωτεύει θριαμβικά η στόχευση στη χρήση και όχι στη σχέση. Σίγουρα, μαζί με την «αρετή και την τόλμη» θέλει και συνετή υπομονή η ελευθερία, ελευθερία από τον ατομοκεντρισμό και τη χρησιμοθηρία.

Είτε αρέσει είτε όχι στους παλαιοημερολογίτες του Διαφωτισμού, φανερή θα γίνει η δυναμική των κοσμογονικών μεταλλαγών στο πεδίο του «νοήματος» αιτίας και σκοπού) της ύπαρξης και των υπαρκτών, όχι σε χρηστικά νεοπλάσματα της ωφελιμοθηρίας. Στο πεδίο του «νοήματος» ο ρημαγμένος από τη μίμηση της Δύσης Ελληνισμός, θα μπορούσε ίσως να κομίσει, ακόμα και σήμερα, έστω και δραματικά αλλοτριωμένος, το «πατροπαράδοτον σέβας» στην ελευθερία. Ίσως.

Show Comments