Εόρτιος στρουθοκαμηλισμός

Ο Σαρτρ, θρύλος της γαλλικής φιλοσοφίας στον 20ό αιώνα, κατέγραψε, από την εποχή των παιδικών του χρόνων, μια χαρακτηριστική ανάμνηση: Στο πατρικό του σπίτι απέφευγαν να προσκαλούν άθεους. Διότι ένας άθεος, όπου βρεθεί, αρχίζει αμέσως να «βγάζει λόγο» για τον Θεό, δηλαδή είναι ένας «κύριος με θρησκευτικές πεποιθήσεις! – αρνητικές, φυσικά», αλλά με την πεισμωμένη εμμονή ενός φανατικού.

Το σύμπτωμα, σωστά πιστοποιημένο, βεβαιώνει την οριστική χρεοκοπία ενός ολόκληρου πολιτισμικού «παραδείγματος» θεμελιωμένου στην απολυτοποίηση της νόησης (νοησιαρχία): Η νοητική σύλληψη και η ορθολογική αποδεικτική συνιστούν, στην πράξη, την εγκυρότερη δυνατή βεβαιότητα γνώσης του υπαρκτού. Η ρήση του Ντεκάρτ «σκέπτομαι άρα υπάρχω», όσο κι αν έχει αναιρεθεί η αποδεικτική της εγκυρότητα, παραμένει το χαρακτηριστικότερο γνώρισμα του δυτικού (μεταρωμαϊκού) πολιτισμού.

Στη θέση της «κατανόησης», ποιος άλλος παράγων μπορεί να εγγυηθεί την ορθότητα μιας γνωστικής πιστοποίησης; Διαχρονικά η ελληνική εμπειρία βεβαιώνει, χωρίς επιφύλαξη, ότι την ορθότητα μιας γνωστικής πιστοποίησης την εγγυάται, μόνο και αποκλειστικά, η εμπειρία της σχέσης, ο αναφορικός χαρακτήρας των σημαινόντων. Μια πληροφορία συνιστά ορθή γνώση (αληθεύει) όταν, για την ορθότητά της, «πάντες ομοδοξούσι και έκαστος επιμαρτυρεί». Το ότι το μέλι είναι γλυκό, το βεβαιώνει μόνο η εμπειρία η γευστική, εμπειρία που κοινωνείται από όλους και βεβαιώνεται από κάθε ατομική πιστοποίηση.

Μιλάμε για τη σχέση που συνιστά και εγγυάται την εγκυρότητα της γνώσης, αφού η γνώση επαληθεύεται μόνο κοινωνούμενη. Την αλήθεια μιας πληροφορίας, ενός συλλογισμού, μιας εντύπωσης, την κατακτάμε μόνο κοινωνούμενη. Γι’ αυτό και το πρώτιστο αγαθό είναι το άθλημα της συνύπαρξης, το «πολιτικόν» άθλημα (η πόλις): οι θεσμοί που επινοούμε και ιδρύουμε, προκειμένου να λειτουργήσει η κοινωνία της γνώσης και των αναγκών.

Ο πολιτισμός μας σήμερα μοιάζει να συνιστά, να ευνοεί και να καταξιώνει έναν τρόπο βίου, ατομικό και συλλογικό, παγιδευμένον ολοκληρωτικά στην απαξίωση της ανθρώπινης ύπαρξης και συνύπαρξης. Μετά τη φρίκη δύο παγκόσμιων πολέμων, οι ηγεσίες των υπερδυνάμεων εμφανίζονται αδίσταχτες μπροστά στο ενδεχόμενο πυρηνικής ολοκληρωτικής καταστροφής, μιλούν και σκέπτονται με τη νηπιώδη ξεγνοιασιά του επαγγελματία δημίου. Είναι εξοπλισμένοι οι ισχυροί της γης με όπλα ολικής καταστροφής του πλανήτη και μετράει ο καθένας την υπεροχή του λογαριάζοντας μόνο την ταχύτητα και το μέγεθος της καταστροφής που μπορούν να προκαλέσουν.

Αυτή η παράνοια των εξοπλισμών, η αδιάκοπη αύξηση θανατηφόρων επινοημάτων για την εξολόθρευση λαών, «κατά σύμπτωση» ομόθρησκων και ομόπιστων, γεννάει ασφυκτικά ερωτήματα, αγωνιώδη. Κάποτε γίνονταν απροκάλυπτα θρησκευτικοί πόλεμοι, οι άνθρωποι παθιάζονταν με τις διαφορές των μεταφυσικών τους πεποιθήσεων – σήμερα χριστιανοί αντιμάχονται χριστιανούς, Ορθόδοξοι Ορθοδόξους, σύμπτωμα που μας δείχνει ότι η μεταφυσική πίστη δεν είναι «άθλημα αληθείας», «γιγαντομαχία περί της ουσίας», αλλά μόνο εθνολογική ιδιαιτερότητα, ίσως και οικονομικός ανταγωνισμός.

Αυτό που φοβίζει περισσότερο είναι η ριζική αλλαγή του νοηματικού φορτίου των λέξεων, η σύγχυση της σημασίας του. Η ειδησεογραφία, έντυπη και ηλεκτρονική, έχει θελημένα και μεθοδικά αποκοπεί από την κοινωνική λειτουργία της πληροφόρησης. Τύπος και κανάλια υπηρετούν, αποκλειστικά, τη δημιουργία εντυπώσεων, όχι την ενημέρωση των πολιτών. Θα δια-κινδύνευε κανείς να χαρακτηριστεί τουλάχιστον επιπόλαιος (ή εμπαθής ή υπερφίαλος) αν αποτιμούσε το επίπεδο των τηλεοπτικών καναλιών στην Ελλάδα με αμείλικτη ειλικρίνεια.

Η εικόνα αξιοθρήνητης παρακμής των «μέσων πληροφόρησης» στη χώρα μας κορυφώνεται στις εόρτιες ημέρες. Η πιστοποίηση μπορεί λογικά να χαρακτηριστεί υπερβολική και άδικη, εδώ θέλει να λειτουργήσει μόνο αφυπνιστικά. Αλλά και αυτή η πρόθεση δεν την εξιλεώνει. Αν έχει σοφία η αρχαιοελληνική και η ελληνορωμαϊκή (ελληνοχριστιανική) εμπειρία και γλώσσα, νομίζω ότι συνοψίζεται στη σημαντική (γλωσσική, εικαστική, μουσική, θεσμών και παραδόσεων) που δεν «πληροφορεί», αλλά κοινωνείται, «υπό πάντων μετέχεται ενικώς». Κάποτε, ο Αντώνης Τρίτσης (ένας πολιτικός που «είχε το μυαλό του στη γλώσσα του») είχε πει ότι: «στη μεταβιομηχανική εποχή η Ελλάδα ή θα μπει με τα Αρχαία Ελληνικά ή δεν θα μπει ποτέ»!

Είχε πιάσει τον ταύρο από τα κέρατα. Ας μπορούσε κάποιος να απαιτήσει απάντηση σε αυτόν τον ισχυρισμό, σήμερα, από τρία πρόσωπα-κλειδιά του «μέλλοντός μας»: τον Κυριάκο Μητσοτάκη, τον Αλέξη Τσίπρα, τη Νίκη Κεραμέως. Πρόκληση απερίφραστη αλλά τίμια. Μαζί με άπειρες ειλικρινείς ευχές για «χρόνια πολλά». Με καθαρό μέτωπο.

Show Comments