Αφορμή η άρνηση του εμβολίου

Μεγάλο μέρος του ιατρικού προσωπικού των δημόσιων νοσοκομείων στην Ελλάδα και μεγαλύτερο (ίσως) του νοσηλευτικού προσωπικού αρνούνται να εμβολιαστούν για προστασία από τον εφιάλτη του κορωνοϊού – ο Τύπος και τα ηλεκτρονικά ΜΜΕ έδωσαν έμφαση στην πληροφορία. Τα ερωτήματα που γεννώνται από αυτή την εντυπωσιακή, αυθόρμητη άρνηση είναι πολύ δύσκολο να βρουν ξεκάθαρη, πειστική απάντηση.

Φοβίζει, ασφαλώς, η διαπλοκή της ιδιοφυούς υπερσύγχρονης εργαστηριακής έρευνας με ένα ιλιγγιώδες οικονομικό κόστος, αλλά και με μια μυθώδη κερδοφορία, που ασφαλώς θα προκύψει από τέτοιας εμβέλειας εμπόρευμα. Φοβούνται οι έμπειροι των «επιστημών υγείας», γιατροί και νοσηλευτές, μήπως ένας τέτοιος εξωφρενικός πλουτισμός ξεστρατίσει την έρευνα (και τις βιομηχανικές εφαρμογές της) σε προτεραιότητες κυρίως ορέξεων πλούτου και δευτερευόντως στόχων δημόσιας υγείας.

Από την πρώτη κιόλας στιγμή, τα πανίσχυρα, μεγάλα στρατόπεδα που περίπου μοιράζονται τον πλανήτη σε επιρροή ισχύος «μοίρασαν» αυτονοήτως και την εκμετάλλευση της επιστημονικής έρευνας και των αποτελεσμάτων της σε τρία προϊόντα του ανταγωνισμού τους: κινέζικο εμβόλιο, ρώσικο, γερμανο-αμερικανικό. Τώρα η κυρία Μέρκελ, με τον απαιτούμενο «ανέμελο» ενθουσιασμό, συνδιαλέγεται, επιδιώκοντας κάτι σαν επανασχεδιασμό της παραγωγής και κατανομής των εμβολίων. Είναι μια κίνηση που μάλλον σχετικοποιεί τον ιατρικό και νοσηλευτικό σχεδιασμό, για χάρη της εξισορρόπησης παγιωμένων φιλοδοξιών ισχύος.

Φυσικά, οι διεθνείς πρωτοβουλίες, από μόνες τους, δεν δικαιολογούν γιατρούς και νοσηλευτές να παραγνωρίζουν τον εξ ορισμού φιλάνθρωπο (ακόμα και με αφελή νοο-τροπία «ανθρωπισμού») χαρακτήρα του εμβολίου. Ισως παραμονεύει η καχύποπτη πάντοτε φοβία όλων μας για τους ραγδαία πλουτίζοντες: Πρέπει να εμβολιαστεί περίπου το 60% του πληθυσμού της γης, για να δημιουργηθεί «ανοσία αγέλης» και ο γήινος πληθυσμός υπερβαίνει τα επτάμισι δισεκατομμύρια ατόμων. Επομένως, η παραγωγή και η διάθεση του εμβολίου σε τέτοιες ποσότητες ιλιγγιώδεις εύκολα θα καταστήσουν κάποιες μεγάλες φαρμακευτικές εταιρείες ισχυρότερες οικονομικά από ένα κράτος –ικανές να εκβιάσουν οργανωμένα κράτη.

Ασφαλώς υπάρχουν ήδη σήμερα ιδιώτες που η περιουσία τους ξεπερνάει το ΑΕΠ κρατών. Αυτή η υπεροχή καθεαυτήν δεν συνιστά οπωσδήποτε απειλή, ακυρώνει ωστόσο προκλητικά την κοινωνική λειτουργία και σκοποθεσία του χρήματος. Κοινωνία συγκροτείται, είχε ορίσει ο Αριστοτέλης, όταν η «χρεία» των ανθρώπων καλύπτεται με αμοιβαία αλληλεξυπηρέτηση των αναγκών τους («το αντιπεπονθός κατ’ αναλογίαν»): Οι ανάγκες μπορούν να κοινωνούνται, όταν συγκρίνονται και η σύγκριση – μέτρηση αποτυπώνεται σε κοινό νόμισμα (το νόμισμα μετράει «πόσα παπούτσια έχουν ίση αξία με ένα σπίτι ή με συγκεκριμένη ποσότητα τροφίμων»). Οταν το συγκεκριμένο νόμισμα-χρήμα αυτονομηθεί από την αμοιβαία αλληλεξυπηρέτηση (από μεγέθη πραγματικών αναγκών – την ανταλλαγή και τη δοσοληψία), αναιρείται το κοινωνικό γεγονός, η κοινωνία της χρείας, οι σχέσεις κοινωνίας της ζωής.

Στον 21ο αιώνα, όπου βρισκόμαστε, είναι πια φανερό ότι η λειτουργία της οικονομίας έχει αυτονομηθεί από τον στόχο της κοινωνίας των αναγκών. Ο κοινός τρόπος του βίου (πολιτισμός μας) καυχάται που είναι ατομοκεντρικός, πολιτισμός του cogito. Σκέπτομαι άρα υπάρχω, και υπάρχω σημαίνει κατέχω, κυριαρχώ, απολαμβάνω. Η χαρά της ζωής αντλείται από την κατοχή, κυριαρχία, ηδονή, όχι από τη σχέση, τη δημιουργική αυτοπροσφορά, τον αυθυπερβατικό έρωτα.

Ασφαλώς και συντηρούμε τη χρηστική ανάγκη να τιθασεύεται η εγωτική απληστία με συμβάσεις, «συντάγματα», νομοθεσίες. Συντηρούμε προσχήματα «δημοκρατίας», δήθεν «ελεύθερων επιλογών», κοινής χρησιμότητας θεσμών, αλλά ταυτόχρονα η ατομική κατασφάλιση θωρακίζεται με την απόλυτη προτεραιότητα του «ατομικού δικαιώματος». Για να υπάρξει και να λειτουργήσει «κοινωνία» σχέσεων, αναγκών, ελπίδας, χρειάζεται άλλη λογική, όχι ο εγωτισμός του ενστίκτου αυτοσυντήρησης. Στον σημερινό πολιτισμό του «δικαιώματος» ο άνθρωπος λογαριάζεται απρόσωπο άτομο, ουδέτερη μονάδα ομοειδούς συνόλου – δεν παράγει μοναδικότητα μέσα από τη δυναμική σχέσεων κοινωνίας, αντλεί χρηστική μοναδικότητα από έναν αριθμό Δελτίου Ταυτότητας, Αριθμό Φορολογικού Μητρώου, ΑΜΚΑ ή όποια άλλη σύμβαση. Επαρκεί ως ταυτότητα η συμβατικά αριθμημένη διαφορά, η νομική (κρατική) υπηκοότητα. Και «υπήκοος» σημαίνει: υποταγή σε όποιο κράτος (εξουσία) μας αντιπαρέχει ταυτότητα.

Η ίδια χρηστική λογική παρέχει στο άτομο και πολλαπλή υπηκοότητα – η ταυτότητα δεν απηχεί υπαρκτική μοναδικότητα, μόνο επιλογή αυτοκαθορισμού. Η ισχύς του «δικαιώματος» υπερβαίνει το πεδίο επιλογών συμπεριφοράς, διεκδικεί και το πεδίο της ύπαρξης: η εξουσία θεσμοποιεί πολλαπλούς γάμους, επιλογή αλλαγής του φύλου, αλλαγή της επωνυμίας. Τίποτε σήμερα, σε πανανθρώπινη κλίμακα, δεν προϋποθέτει τον άνθρωπο ως «ζώον κοινωνικόν». Ο ατομισμός είναι ο αυτονόητος υποχρεωτικός άξονας της λογικής του βίου. Το άτομο ξέρει μόνο να επιλέγει, όχι να κοινωνεί.

Το ατομοκεντρικό μας, σήμερα, ακοινωνησίας «παράδειγμα» είναι παγιδευμένο στον αυγουστίνειο και προτεσταντικό νομικισμό (ατομική αξιομισθία, ατομική σωτηρία) – αυτόν κηρύττουν (προπαγανδίζουν) σχεδόν η ολότητα επισκόπων και ιεροκηρύκων μας. Το προσδοκώμενο δεν είναι ένας χαρισματικός πρωθυπουργός, αλλά ίσως κάποιοι εκκλησιαστικής αυθεντικότητας επίσκοποι. Ισως.

Show Comments