Γόνιμη άμυνα ο αυτοσεβασμός

Το καλοκαίρι πυρπολήθηκε η μισή Ελλάδα. Καταστροφή ανεπανόρθωτη φυσικού πλούτου, κάλλους, μοναδικότητας. Δεν τιμωρήθηκε κανένας ούτε για αυτουργία ούτε για ανικανότητα. Στις εκλογές που ακολούθησαν επιβραβεύτηκε η παραλυτική αναξιοσύνη της κυβέρνησης, η εξωφρενική ανημπόρια της να διαχειριστεί τα κοινά. Οσο για την αξιωματική αντιπολίτευση, το μόνο που κατάλαβε σαν επιταγή των καιρών, ήταν να ξαναδώσει την αρχηγία, ελέω ονόματος πατρός και πάππου, στο κωμικοτραγικό ερζάτς δεσπότου και αυθέντη – εκεί εξαντλείται το επίπεδο των φιλοδοξιών της.

Αμέσως μετά ήρθαν τα Ζωνιανά: Γυμνή και τετραχηλισμένη η αποκάλυψη ότι έννομο κράτος δεν υπάρχει στη χώρα, η αυθαιρεσία, η αναίδεια και η βία ακυρώνουν τους θεσμούς, αναδείχνουν τρομαχτική την απειλή της ζούγκλας που βιώνει καθημερινά κάθε αδύναμος. Ακολούθησε, χωρίς ανασασμό, η απόπειρα αυτοκτονίας του εγγύτατου πρωθυπουργικού φίλου, απόπειρα σπαραχτικής απόγνωσης, ολωσδιόλου άγονης απόγνωσης. Η αυτοκτονία κάποτε του Καρυωτάκη οριοθέτησε, λένε, «στροφή» για την ελληνική ποίηση, η τωρινή επιφανής απόπειρα απλώς εκπωμάτισε έναν υπόνομο. Βεβαιώθηκε για πολλοστή φορά ότι ο υπόκοσμος της δημοσιογραφίας και οι επιχειρηματίες που τον στρατολογούν στα ιδιωτικά τους τηλεοπτικά κανάλια είναι τα αφεντικά της χώρας. Τους προσκυνάνε δουλοπρεπέστατα οι κατ’ επίφασιν άρχοντες, τους χαρίζουν τα αμύθητα ανεξόφλητα χρέη των καναλιών τους, για χάρη τους συντηρούν ξεδοντιασμένο και ληθαργικό τον θεσμικό κοινωνικό έλεγχο της τηλεόρασης: το διαβόητο ΕΡΣ. Αυτονόητο πια να συναλλάσσονται οι επαγγελματίες της πολιτικής, εκβιάζοντας και εκβιαζόμενοι, με το πιο χυδαίο κοινωνικό περιθώριο.

Η Ελλάδα, η «συντεταγμένη πολιτεία», παράγει σήμερα μόνο απελπισία. Ο αδύναμος Ελληνας, ο εξευτελισμένος στο ράντζο των νοσοκομειακών διαδρόμων, εξουθενωμένος από την κρατική διαχείριση των όσων πλήρωνε μια ζωή για ιατρική ασφάλιση, δεν έχει να ελπίσει σε τίποτε και σε κανέναν. Ούτε σε αριστερούς, ούτε σε δεξιούς, τάχα σοσιαλιστές και τάχα κομμουνιστές. Το ίδιο και ο άνεργος, με τη ζωή του, τη μία και μοναδική, να σβήνει, μέρα με τη μέρα, στον μαρασμό της απραξίας, στον εμπαιγμό των κομματικών επαγγελιών και υποσχέσεων. Το ίδιο ο μικροαγρότης, έρμαιο και θύμα, από γενιά σε γενιά, άπληστων πάντα μεσαζόντων. Το ίδιο βασανιστικά απελπισμένος και όποιος έχει το κουσούρι να σκέφτεται, να καταλαβαίνει, να έχει συναίσθηση, τι σημαίνει για τη συγκεκριμένη (την ελλαδική) κοινωνία και για το μέλλον της η τέλεια πια αποσύνθεση των πανεπιστημίων, ο έσχατος ευτελισμός του λυκείου, το σχολειό χωρίς ραχοκοκαλιά κοινωνικών στόχων παραδομένο στους πειραματισμούς των «αποδομιστών».

Από όσα βλέπει και ακούει και, κυρίως, από όσα ζει στο πετσί του ο αδύναμος Ελληνας βεβαιώνεται ότι δεν έχει να ελπίσει σε τίποτε και σε κανέναν. Δεν έχει ο λαός πολιτικούς μπροστάρηδες, έχει μόνο στυγνούς επαγγελματίες της εξουσίας. Ολους κωμικοτραγικά ίδιους, όσο και αν πασχίζουν και χτυπιώνται ρητορεύοντας να εφεύρουν μεταξύ τους διαφορές. Ολοι δουλεύουν για πάρτη τους, είτε «διαπλεκόμενοι» είτε απολαμβάνοντας την ηδονή και τις προνομίες του συστήματος εξουσίας που δήθεν το αντιμάχονται με παλαιοημερολογίτικες ιδεολογίες ξοφλημένες. Ολοι σιγουρεμένοι ότι δεν θα βρεθούν ποτέ σε ράντζο νοσοκομειακού διαδρόμου να εκλιπαρούν αξιοπρέπεια, ποτέ στην ουρά να εισπράξουν επίδομα ανεργίας.

Προκλητικό δείγμα της αμετάλλαχτης ομοτροπίας –του ανθρωπολογικού τύπου που αναπαράγει η κομματοκρατία– ο νεαρός υποψήφιος ηγέτης της «ανανεωτικής» Αριστεράς: Τριανταπεντάρης και μιλάει σαν εβδομηντάρης, μπλοκαρισμένος στα ίδια στερεότυπα της εξωπραγματικής αριστερίστικης θολούρας, γερασμένες ρητορικές φιοριτούρες, σαν υπερήλικας αυτοματισμένος στο μπλα - μπλα του «προοδευτικού» καριερίστα. Ποια πειστικότερη επαλήθευση της λαϊκής βεβαιότητας πως «όλοι ίδιοι είναι»;

Οι «όλοι ίδιοι» δυναστεύουν την Ελλάδα, αλλά η Ελλάδα δεν τελειώνει στις δυναστείες της «διαπλοκής», στις χαβούζες της τηλεοπτικής ατιμίας. Οι αντιστάσεις φθίνουν, αλλά δεν εκλείπουν. Οχι για ψευτοπαρηγόρια και παραισθησιογόνο «αισιοδοξία», μόνο για στήριξη όσων αντιστέκονται, όσων επιμένουν, να μνημονεύουμε απόηχους ήθους Διονύσιου Σολωμού και Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη. Πένες νεανικής, λαμπικαρισμένης καθαρότητας και κριτικής ευτολμίας, γλώσσα που παλεύει ακόμα για ποιότητα έκφρασης και σήμανση των ζωτικών για την ανθρωπιά του ανθρώπου προτεραιοτήτων.

Αντιγράφω φράσεις από ένα άσημο, αδιάφορο (ευτυχώς) για τους δυνάστες μας περιοδικό, που έχει τίτλο: «Μanifesto - Πολιτική / Πολιτισμός», τεύχος 12. Αντιγράφω ανώνυμα, μόνο για τη χαρά από το σπίθισμα της γραφής.

«Θεωρείται η Παιδεία δημόσιο αγαθό και δημοκρατική κατάκτηση. Μόνο που οι “υπέρμαχοί” της (αμούστακα μειράκια, αξούριστοι φοιτητές, αργόμισθοι συνδικαλιστές, ανελλήνιστοι εκπαιδευτικοί) αντί να απαιτούν την αναβάθμισή της, στηρίζουν την αρχή της ήσσονος προσπάθειας. Καταγγέλλουν την ιδιωτικοποίηση της παιδείας, αλλά για την ευτέλεια της δημόσιας παιδείας δεν λένε τίποτα. Θα γίνει το λοιπόν στην τριτοβάθμια (αργά ή γρήγορα) αυτό που γίνεται και στις άλλες βαθμίδες της εκπαίδευσης: η ιδιωτική θα αντικαταστήσει την απαξιωμένη δημόσια».

«Ψυλλιάζομαι ότι σε λίγα χρόνια οι Σκοπιανοί θα βάλουν βέτο στο Ελλαδιστάν, ώστε να μην χρησιμοποιεί τον όρο Μακεδονία».

«Ο γενιτσαρισμός είναι πλέον εθελοντικός. Ετερώνυμοι και ετερόφωτοι “συγγραφείς”, ξαναγράφουν την ελληνική ιστορία. Αλλά η κοινωνία έχει καταπιεί το τηλεκοντρόλ και πέρδεται αλλάζοντας κανάλι ή σκιάζεται να μην κακοκαρδίσει το εκσυγχρονιστικό ιερατείο που, κατά το δοκούν, διανέμει πιστοποιητικά προοδευτισμού... Οι δικοί μας παππούδες δεν “συνωστίστηκαν” στη Σμύρνη, ούτε “απώθησαν” τον εισβολέα. Της κ. Ρεπούση μπορεί, αλλά εμείς είμαστε από άλλο σόι».

«Νίκη της ακροδεξιάς διαπίστωσε η ανανεωτική (sic) αριστερά με την απόσυρση του βιβλίου Ιστορίας της Στ΄ Δημοτικού. Πρέπει να είσαι πολιτικά ηλίθιος, για να κάνεις τέτοιες διαπιστώσεις. Ο κ. Καρατζαφέρης και η παρέα του έχουν κάθε λόγο να χαίρονται, όταν από το πουθενά τους χαρίζεται η συντριπτική πλειοψηφία του ελληνικού λαού».

«Μάρτυρες σήμερα της τελικής επίθεσης ενάντια στην ευγένεια. Συντελείται στις ψυχές και στοχεύει στην εκμηδένιση της προσωπικότητας, στην πλήρη μαζοποίηση. Μια μόνο διαφοροποίηση επιτρέπεται, η εισοδηματική. Αντίμαχοι σε όσους και σε όσα επιδιώκουν τη συντριβή του αυθεντικού είναι αρνούμαστε να πεθάνουμε χωρίς να μάθουμε γιατί ζήσαμε... κρατάμε ζωντανό το αίτημα της αξιοπρέπειας, την αρετή της ευγένειας». Ανάσα ελπίδας.

Show Comments